Ο Μπέκετ προσπαθούσε να ξεχάσει το Λόγο-ενός-νεκρού-δίχως-Λόγο, το θάνατο κάποιου που δεν του απέμενε τίποτα πλέον να πει. Έχοντας, φευ, διαβάσει Μπέκετ, θυμάμαι αυτήν ειδικά τη σιωπή: τη θυμάμαι αντί του Μπέκετ, ο οποιος –μαθαίνω– διατηρεί το κέφι του.